ЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄЭIЄ

₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪ЭЄ₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪₪







Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Μοναξιά δεν είναι να είσαι μόνος


Μοναξιά δεν είναι να είσαι μόνος
Μοναξιά είναι
να μην έχει την ένοια σου κανείς
ούτε ξένος, ούτε φίλος, ούτε συγγενής
Μοναξιά είναι
ως άνεργος να μην έχεις κάπου να δουλέψεις
και ως άθεος σε κάποιο ψέμα να πιστέψεις

Μοναξιά δεν είναι να είσαι μόνος
Μοναξιά είναι
ο χρόνος της ζωής σου που δε μοιράζεται
ο χρόνος της απουσίας σου που κανείς δε νοιάζεται
Μοναξιά είναι
χρόνος ξεκούρασης, περισυλλογής και απολογισμού
χώρος κενός, χρόνος νεκρός και αποχωρισμού

Μοναξιά δεν είναι να είσαι μόνος
Μοναξιά είναι
ανάμεσα σε χίλιους εσύ να είσαι ο ξένος
ανάμεσα χίλια όνειρα εσύ να είσαι μόνος
Μοναξιά είναι
σε χίλια και ένα συναισθήματα εσύ να είσαι ο πόνος
για όσα στην ψυχή σου ροβολούν εσύ να είσαι ο φθόνος

Μοναξιά δεν είναι να είσαι μόνος
Μοναξιά είναι
σπίτι κενό κι άδεια αγκαλιά για να κρυφτείς
καρδιά μισή κι άδειο μυαλό για να σκεφτείς
Μοναξιά είναι
η σχέση δυό ξένων που ο ένας είσαι σύ κι άλλος ο κανείς
που ο ένας βρίσκεται εδώ κι άλλος στα πέρατα της γης

Πάμπλο Νερούδα - Το γέλιο σου


Πάρε μου το ψωμί, αν θέλεις,
πάρε μου τον αέρα, αλλά
μη μου παίρνεις το γέλιο σου.

Μη μου παίρνεις το ρόδο,
τη βρύση που σταλάζει
το νερό που άξαφνα
σκάει μες στη χαρά σου
το ασημένιο κύμα
το ξαφνικό που σε γεννάει.

Η πάλη μου είναι σκληρή και γυρίζω
με τα μάτια κουρασμένα
έχοντας δει φορές
τη γη που δεν αλλάζει,
μα μπαίνοντας το γέλιο σου
στον ουρανό ανεβαίνει ψάχνοντάς με
κι όλες ανοίγει για μένα
τις πόρτες της ζωής σου.

Αγάπη μου,την ώρα
την πιο σκοτεινή ανθίζει
το γέλιο σου κι αν ξαφνικά
βλέπεις πως το αίμα μου λεκιάζει
τις πέτρες του δρόμου,
γέλα, γιατί το γέλιο σου
θα είναι για τα χέρια μου
σαν δροσερό σπαθί.

Δίπλα στη θάλασσα φθινόπωρο
το γέλιο σου πρέπει να υψώσει
τον καταρράκτη του απ’ αφρό
και την άνοιξη, αγάπη μου,
θέλω το γέλιο σου όπως
το άνθος που περίμενα,
το άνθος γαλανό, το ρόδο
της ηχηρής πατρίδας μου.

Γέλασε για τη νύχτα
τη μέρα, τη σελήνη,
γέλασε για τους δρόμους
όλο στροφές του νησιού
γέλα για αυτό το αδέξιο
αγόρι που σε θέλει,
μα σαν εγώ ανοίγω
τα μάτια και τα κλείνω,
όταν τα βήματά μου
με πάνε και με φέρνουν
πες μου όχι το ψωμί, τον αέρα
το φως την άνοιξη
το γέλιο σου ποτέ
γιατί θα πέθαινα.